Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

ΤΡΙΩΔΙΟΝ

         π.Χρήστου Ζαχαράκη
              
                    Η παραβολή 
      τοῦ Τελώνη καὶ τοῦ Φαρισαίου

Ἐκεῖνο ποὺ δικαιώνει τὸν ἄνθρωπο μπροστὰ στὸ Θεὸ εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπ᾽ αὐτὸ ποὺ τὸν δικαιώνει στὸν κόσμο ἤ καὶ στὸν ἑαυτό του ἀκόμα. Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία τοῦ καιροῦ μας εἶναι ἡ «πνευματικότητα», ἡ ψευδοθρησκευτικότητα ἐκείνη μὲ τὴν ὁποία  ὁ ἄνθρωπος διασκεδάζει τὶς ἐνοχές του ἤ δικαιώνει τὴν ἀμετανοησία του, συσσωρεύοντας ξαφνικά χριστιανικές ἀρετές καὶ εὐσέβεια, τόσο μικρόψυχη ποὺ ὁ ἄλλος ἀπουσιάζει παντελῶς. Ὅταν ἁμαρτία θεωρεῖται τὸ ἠθικό παράπτωμα, τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ ἡ ἀποφυγή τῶν ἠθικῶν παραπτωμάτων, στολισμένη καὶ μὲ λίγη εὐσέβεια, πολὺ εὔκολα σὲ κατατάσσει στὸν παράδεισο. Πολὺ εὔκολα ἡ προσευχή μετατρέπεται σὲ κενοδοξία καὶ ἀλαζονεία: Θεέ μου, σὲ εὐχαριστῶ, γιατὶ ἐγὼ δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, τοὺς κλέφτες, τοὺς ἄδικους, τοὺς ἄτιμους ἤ καὶ σὰν τοῦτον ἐδῶ τὸν Τελώνη᾽. Ὅμως ἁμαρτία δὲν εἶναι ἁπλά καὶ μόνο τὰ ἠθικά παραπτώματα, ἀλλὰ   ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ σύνταξη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ κόσμου. Κι ἀκόμα μεγαλύτερη ἀμαρτία εἶναι ν᾽ ἀκολουθεῖς τὸ Θεό χωρὶς νὰ ἀποτάσσεσαι τόν κόσμο…
Πνευματικότητα δὲν εἶναι ἡ ἀναζήτηση ἠθικῶν ἐρεισμάτων τῶν ἐπιλογῶν μας, ἀλλὰ ἡ ἐπιλογὴ τοῦ  ἑνὸς «οὗ ἐστι χρεία»· «ζητεῖτε πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Πνευματικότητα δὲν εἶναι  ἡ αὐτοκατάταξη στοὺς σεσωσμένους, ἀλλὰ ἡ ἀναδοχή τοῦ σταυροῦ μας· «ἑαυτοὺς δικαιοῦν μὴ σπουδάζωμεν».  Πνευματικότητα δὲν εἶναι ἡ καύχηση, ἀλλὰ τὰ δάκρυα τῆς μετάνοιας· «τὸν τῆς κενοδοξίας, τύφον μισήσωμεν». Πνευματικότητα δὲν εἶναι ἡ πολυλογία τῆς προσευχῆς, μὰ ἡ σιωπὴ τῆς προσευχῆς κι ὁ λυγμός τῆς ταπείνωσης· « Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Πνευματικότητα, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶναι «μὴ ἐν τῷ πολλάκις περὶ Θεοῦ λαλεῖν, ἀλλ᾽ ἐν τῷ τὰ πλείω σιγᾶν εἶναι τιθέμενοι», ὄχι τὸ νὰ μιλᾶτε συνέχεια γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ τὸ νὰ εἶστε διατεθειμένοι νὰ σωπαίνετε περισσότερο.

Ἡ προσευχή εἶναι κι αὐτὴ ἕνα μυστήριο, μᾶς ἀνοίγει δρόμους ποὺ σὲ ἄλλες στιγμές μένουν καλὰ κλεισμένοι. Εἶναι οἱ στιγμές ἐκεῖνες ποὺ στεκόμαστε, ὄχι «πρὸς ἑαυτὸν»  οὔτε ἀπέναντι, ἀλλὰ μπροστά στὸ Θεό, μὲ τὸ κεφάλι σκυμμένο, κι ἀφήνουμε τὴν ἀγάπη του νὰ μᾶς σκεπάσει, νὰ ἐλευθερώσει τὰ δάκρυα καὶ τὸν πόνο τῆς καρδιᾶς μας. Εἶναι οἱ στιγμές ποὺ ἀφήνεται μέσα στὴν ταπείνωσή του ὁ ἄνθρωπος -ὅπως εἶναι-   μικρός καὶ ὑψώνεται ἀπ᾽ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ -ὅπως πλάσθηκε- μέγας.