Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Κυριακὴ Στ´ Ματθαίου

           Κυριακή Στ´ Ματθαίου 
           π. Χρήστου Ζαχαράκη


Ὅταν κάποτε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πέρασε μὲ τὸ πλοῖο στὴν Καπερναούμ, τοῦ ἔφεραν πάνω σ᾽ ἕνα φορεῖο ἕναν παραλυτικὸ· διαπιστώνοντας τὴν πίστη τους, χωρίς ἄλλη κουβέντα λέγει στὸν παραλυτικό: «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ὁ Κύριος συνδέει τὴν ἀσθένεια μὲ τὴν ἁμαρτία. Οἱ γραμματεῖς, ποὺ ἑρμήνευαν τὸ Νόμο, τὸ θεώρησαν βλασφημία. Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος, μέσα στήν ἄκρατη καὶ ἄκριτη ἐλευθερία καὶ  ἀτομικότητά του, ἀντιδρᾶ καὶ ἀρνεῖται   μιὰ τέτοια σχέση. Κι ὅταν τὴ δέχεται, τὴ δέχεται μόνον σὰν τιμωρία ἀπὸ τὸ Θεό. Κι εἶναι ἑπόμενο, γιατὶ ὅταν θεωρεῖς ὡς ἁμαρτία μόνο τὴν ἠθικὴ πτώση ἤ κατάπτωση, ἡ ἀσθένεια μονάχα ὡς τιμωρία μπορεῖ νὰ ἐκληφθεῖ. Πόσο ὅμως ἕνας Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ θέλει τὴν τιμωρία του;
Ὅταν ὁ Χριστὸς λέγει «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἐννοεῖ τὶς προσωπικὲς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ· ἄλλωστε δὲν ὑπάρχει καμμιὰ διήγηση, ἤ χωρίο τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ ὁ Χριστὸς νὰ κατακρίνει ἤ νὰ καταδικάζει κάποιον γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν ἐξετάζει τὴν ἁμαρτία ἀπὸ τὴν ἠθικὴ της πλευρά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πραγματική της, ποὺ εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸ Θεό. Ἡ φυσικὴ θέση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κοντὰ στὸ Θεό, ὁτιδήποτε ἄλλο εἶναι ἀφύσικο, εἶναι φθορά, ἀρρώστια καὶ θάνατος. Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ καταλύσει τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας, ποὺ ἤδη μὲ τὴν ἐνανθρώπισή του δέχθηκε τὸ πρῶτο πλῆγμα, γι᾽ αὐτὸ μπορεῖ νὰ δίνει θάρρος στὸν παραλυτικό ἄνθρωπο· «Θάρσει, τέκνον…». Γι αὐτὸ προσφέρει τὸ πιὸ δύσκολο, τὸ οὐσιαστικό, τὸ ὅλο, τὸ αἰώνιο· τότε τὸ θαῦμα, ἡ θεραπεία, ξεπροβάλλει σὰν φυσικὴ ἀνθοφορία τῆς σωτηρίας. Μὰ κι ἄν ἀκόμα δὲν ἔλθει μ᾽ αὐτὴ τὴ μορφή, τὸ θαῦμα ἐπιτελεῖται· ἡ σωματικὴ ἀσθένεια μεταβάλλεται σὲ σημάδι ὑπέρβασης τοῦ βίου σ᾽ ἕνα σῶμα ποὺ διαποτίζει ἡ χάρη. Σ᾽ ἕνα κόσμο ποὺ κερδίζεις τὴν ἀθανασία ἡ μακροημέρευση εἶναι περιττή!
Ὅταν ὁ λαὸς, βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα, δόξαζε τὸ Θεὸ ποὺ ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους «τοιαύτην ἐξουσίαν», ἐμεῖς, ἀντίθετα μὲ τὸν Κύριο,  ὑποκύπτουμε στὸν πειρασμό τῆς εὔκολης θεραπείας, τῶν θεαματικῶν πράξεων, τῶν πρόσκαιρων λύσεων, ὁμιλοῦμε γιὰ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ μετάνοια καὶ   σωτηρία. Τὸ θαῦμα δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἡ μαγικὴ λύση τῶν προβλημάτων, ἀλλὰ ἡ μετοχὴ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ´


ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ 
Προκείμενον. Ἦχος  πλ. α΄
Σὺ Κύριε, φυλάξαις ἡμᾶς καὶ διατηρήσαις ἡμᾶς
Στίχ. Σῶσόν με, Κύριε, ὅτι ἐκλέλοιπεν ὅσιος.

Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα   12:6-14
Ἀδελφοί, ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα͵ εἴτε προφητείαν κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως͵ εἴτε διακονίαν ἐν τῇ διακονίᾳ͵ εἴτε ὁ διδάσκων ἐν τῇ διδασκαλίᾳ͵ εἴτε ὁ παρακαλῶν ἐν τῇ παρακλήσει͵ ὁ μεταδιδοὺς ἐν ἁπλότητι͵ ὁ προϊστάμενος ἐν σπουδῇ͵ ὁ ἐλεῶν ἐν ἱλαρότητι. Ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν͵ κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ· τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι͵ τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι͵ τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί͵ τῷ πνεύματι ζέοντες͵ τῷ κυρίῳ δουλεύοντες͵ τῇ ἐλπίδι χαίροντες͵ τῇ θλίψει ὑπομένοντες͵ τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες͵ ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες͵ τὴν φιλοξενίαν διώκοντες. Εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας͵ εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.


Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ κείμενο ὁμιλεῖ γιὰ τὴ συμπεριφορὰ τῶν χριστιανῶν πρὸς ἀλλήλους, ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὴν πάρωμε σὰν μιὰ ἁπλὴ κοινωνικὴ σχέση καὶ κάτι σὰν τοὺς καλοὺς τρόπους τῆς ἐθιμοτυπίας. Τὸ πλαίσιο, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος διαγράφει τὴν ἀναστροφὴ τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τὸ σῶμα καὶ ὁ ζωντανὸς ὀργανισμὸς, ὅπου ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ οἱ πιστοὶ τὰ μέλη. Ἔτσι οἱ σχέσεις δὲν εἶναι ἁπλῶς κοινωνικὲς, ἀλλὰ ἐκκλησιαστικές. Οἱ σχέσεις καὶ ἡ συμπεριφορὰ τῶν χριστιανῶν μεταξύ τους δὲν εἶναι καθήκοντα, ποὺ ὁρίζονται ὑποχρεωτικά, ἀλλὰ εἶναι χρέη, ποὺ ὑπαγορεύονται ἔσωθεν καὶ πηγάζουν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς καὶ τῆς πίστης. Τὸ καθῆκον εἶναι ἡ δουλεία τοῦ νόμου· τὸ χρέος εἶναι ἡ ἐλευθερία τῆς χάρης. Τὸ καθῆκον εἶναι ἡ δικαιοσύνη· τὸ χρέος εἶναι ἡ ἀγάπη. Στὴν Ἐκκλησία δὲν ὁμιλοῦμε γιὰ καθήκοντα καὶ γιὰ δικαιώματα, ἀλλὰ γιὰ ἀγάπη, ποὺ εἶναι ἡ μεγάλη ὀφειλὴ καὶ τὸ ἑκούσιο κι ἀνεξόφλητο χρέος· «μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε, εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους».
(Ἐπισκόπου Διονυσίου Λ. Ψαριανοῦ, Ἀπόσπασμα ἀπὸ ραδιοφωνικὴ ὁμιλία στὴν Στ´ Κυριακή τοῦ Ματθαίου στὶς 22-7-1984).

Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Ἅγιος Δεκαπενταύγουστος;


Ἅγιος Δεκαπενταύγουστος;
π. Μιχαήλ Καρδαμάκη[*]

Τὸν Δεκαπενταύγουστο, μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως καὶ τὶς ἱερὲς Παρακλήσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, εἶναι καιρὸς χάριτος καὶ εὐδοκίας. Καιρὸς εὐλογίας καὶ σωτηρίας. Πάντοτε, ἀλλὰ ἰδιαίτερα σήμερα, ἐποχὴ ἀποκορυφώσεως τῶν τόσων κακῶν ἀλοιώσεών μας, μέσα ἀπὸ τὴ βαθειὰ θλίψη ἤ ἀπόγνωσή μας, μποροῦμε νὰ προσδοκοῦμε μὲ βεβαιότητα τὴ σταθερὴ παράκληση καὶ τὴν ἀκαταίσχυντη ἐλπίδα μας. Καὶ μέσα σ᾽ ἕνα κλῖμα ἀνθρώπινης εὐαισθησίας καὶ βέβαια θείας εὐσπλαχνίας, μποροῦμε νὰ ἀπευθύνουμε σὲ Κάποιον «δέησιν τὴν πενιχράν», τοὺς λιγοστοὺς λόγους ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπομείνει, καὶ νὰ περιμένουμε τὸ θαῦμα.
..........
Ἡ πίστη μας, ποὺ εἶναι «ὁ δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου ἐνανθρωπήσας Κύριος», ἀπαιτεῖ νὰ πέρνουμε στὰ σοβαρὰ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, , τὸ πλῆθος τῶν προβλημάτων του, τὴ σύγχυση τῶν καταστάσεών του, τὸ μέγεθος τῶν ἀναγκῶν του, τὸ ἀπύθμενο τῶν ὀδυνῶν του, μάρτυρες τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι καθημερινὸς σταυρός, συσταύρωση μὲ τοὺς ὁποιουσδήποτε ἀδελφούς μας, δάκρυα πολλὰ γιὰ τὸ παράλογο τῆς αὐτοκαταστροφῆς τους. Μόνο ἔτσι συμμετέχουμε στὴν ἐλπίδα τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς χαρᾶς, ποὺ προορίζεται γιὰ ὅλα τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ, στὴν προσδοκία τῆς ὁριστικῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν δημιουργημένων ὄντων.
Μόνο ἔτσι κατανοοῦμε τὴ σημασία τῶν Ἱερῶν Παρακλήσεων τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἤ μιμούμαστε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, γιὰ τὴν ὁποία, ἡ ρομφαία ποὺ διῆλθε τὴν καρδιά της δὲν ἦταν μόνο πόνος γιὰ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, γιατὶ εἶναι ἡ ἀληθινὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Διηγήσατο ὁ Ἀββᾶς Ἰωσήφ· ὅτι εἶπεν ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ὅτι ἐκαθήμην πρὸς τὸν Ἀββᾶν Ποιμένα· καὶ εἶδον αὐτὸν ἐν ἐκστάσει γενόμενον· καὶ ἐπειδὴ εἶχον πρὸς αὐτὸν πολλὴν παρρησίαν, ἔβαλον αὐτῷ μετάνοιαν καὶ παρεκάλεσα αὐτὸν λέγων· εἰπέ μοι, ποῦ ἦς; ὁ δὲ ἀναγκασθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμὸς λογισμός, ὅπου ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος ἔστηκε καὶ ἔκλαιεν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος· καὶ ἐγὼ ἤθελον πάντοτε οὕτω κλαίειν» (Γεροντικόν).
Μόνο ὁ Σταυρὸς τοῦ Σωτῆρος καταργεῖ τὸ σταυρὸ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ μόνο κλαίοντες ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ σηκώνουμε μὲ εὐθύνη τὸ σταυρὸ τοῦ κόσμου, τῶν πόνων καὶ τῶν ἐλπίδων του. Ὄντες υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πάσης παρακλήσεως καὶ τῆς Παναγίας Μητρὸς τῆς Παρακλήσεως, καλούμαστε νὰ γίνουμε, λόγῳ καὶ ἔργῳ, μάρτυρες αὐτῆς τῆς παρακλήσεως: τῆς κατανοήσεως καὶ τῆς διακονίας τῶν μεγάλων ἀναζητήσεων ἤ πραγματικῶν ἀναγκῶν τῆς παρούσας ζωῆς, ἤ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς στὸν παρόντα τόπο καὶ χρόνο. Ἐπιθυμοῦμε νὰ εἶναι αὐτὸ τὸ πνεῦμα κάθε Ἁγίου Δεκαπενταυγούστου, αὐτοῦ τοῦ ἄλλου Πάσχα ἤ ἰδιαίτερου καιροῦ στὴν Ἑλλάδα. Ἀλήθεια, πόσο μποροῦμε νὰ μιλοῦμε ἀκόμη γιὰ Ἅγιο Δεκαπενταύγουστο στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα; Ἄς εἶναι καὶ τοῦτο ρομφαία στὴν καρδιὰ τῆς Παναγίας μας.


[*] Π. Μιχαήλ Καρδαμάκη, Στὴν Παναγία τοῦ Δεκαπενταυγούστου, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1995, σελ. 16, 18, 19