Κυριακή Στ´ Ματθαίου
π. Χρήστου Ζαχαράκη
π. Χρήστου Ζαχαράκη
Ὅταν
κάποτε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πέρασε μὲ τὸ πλοῖο στὴν Καπερναούμ, τοῦ ἔφεραν πάνω σ᾽ ἕνα
φορεῖο ἕναν παραλυτικὸ· διαπιστώνοντας τὴν πίστη τους, χωρίς ἄλλη κουβέντα
λέγει στὸν παραλυτικό: «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ὁ Κύριος συνδέει τὴν ἀσθένεια
μὲ τὴν ἁμαρτία. Οἱ γραμματεῖς, ποὺ ἑρμήνευαν τὸ Νόμο, τὸ θεώρησαν βλασφημία. Ὁ
σημερινὸς ἄνθρωπος, μέσα στήν ἄκρατη καὶ ἄκριτη ἐλευθερία καὶ ἀτομικότητά του, ἀντιδρᾶ καὶ ἀρνεῖται μιὰ τέτοια σχέση. Κι ὅταν τὴ δέχεται, τὴ
δέχεται μόνον σὰν τιμωρία ἀπὸ τὸ Θεό. Κι εἶναι ἑπόμενο, γιατὶ ὅταν θεωρεῖς ὡς ἁμαρτία
μόνο τὴν ἠθικὴ πτώση ἤ κατάπτωση, ἡ ἀσθένεια μονάχα ὡς τιμωρία μπορεῖ νὰ ἐκληφθεῖ.
Πόσο ὅμως ἕνας Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ
θέλει τὴν τιμωρία του;
Ὅταν
ὁ Χριστὸς λέγει «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἐννοεῖ τὶς προσωπικὲς ἁμαρτίες τοῦ
παραλυτικοῦ· ἄλλωστε δὲν ὑπάρχει καμμιὰ διήγηση, ἤ χωρίο τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ ὁ
Χριστὸς νὰ κατακρίνει ἤ νὰ καταδικάζει κάποιον γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἀκριβῶς ἐπειδὴ
δὲν ἐξετάζει τὴν ἁμαρτία ἀπὸ τὴν ἠθικὴ της πλευρά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πραγματική της,
ποὺ εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸ Θεό. Ἡ φυσικὴ θέση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κοντὰ στὸ
Θεό, ὁτιδήποτε ἄλλο εἶναι ἀφύσικο, εἶναι φθορά, ἀρρώστια καὶ θάνατος. Ὁ Χριστὸς
ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ καταλύσει τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας, ποὺ ἤδη μὲ τὴν ἐνανθρώπισή
του δέχθηκε τὸ πρῶτο πλῆγμα, γι᾽ αὐτὸ μπορεῖ νὰ δίνει θάρρος στὸν παραλυτικό ἄνθρωπο·
«Θάρσει, τέκνον…». Γι αὐτὸ προσφέρει τὸ πιὸ δύσκολο, τὸ οὐσιαστικό, τὸ ὅλο, τὸ αἰώνιο· τότε τὸ θαῦμα, ἡ θεραπεία, ξεπροβάλλει σὰν φυσικὴ ἀνθοφορία
τῆς σωτηρίας. Μὰ κι ἄν ἀκόμα δὲν ἔλθει μ᾽ αὐτὴ τὴ μορφή, τὸ θαῦμα ἐπιτελεῖται· ἡ
σωματικὴ ἀσθένεια μεταβάλλεται σὲ σημάδι ὑπέρβασης τοῦ βίου σ᾽ ἕνα σῶμα ποὺ διαποτίζει
ἡ χάρη. Σ᾽ ἕνα κόσμο ποὺ κερδίζεις τὴν ἀθανασία ἡ μακροημέρευση εἶναι περιττή!
Ὅταν ὁ λαὸς,
βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα, δόξαζε τὸ Θεὸ ποὺ ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους «τοιαύτην ἐξουσίαν»,
ἐμεῖς, ἀντίθετα μὲ τὸν Κύριο, ὑποκύπτουμε
στὸν πειρασμό τῆς εὔκολης θεραπείας, τῶν θεαματικῶν πράξεων, τῶν πρόσκαιρων
λύσεων, ὁμιλοῦμε γιὰ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ μετάνοια καὶ σωτηρία.
Τὸ θαῦμα δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἡ μαγικὴ λύση τῶν προβλημάτων, ἀλλὰ ἡ μετοχὴ στὴ
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.