Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Ἅγιος Δεκαπενταύγουστος;


Ἅγιος Δεκαπενταύγουστος;
π. Μιχαήλ Καρδαμάκη[*]

Τὸν Δεκαπενταύγουστο, μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως καὶ τὶς ἱερὲς Παρακλήσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, εἶναι καιρὸς χάριτος καὶ εὐδοκίας. Καιρὸς εὐλογίας καὶ σωτηρίας. Πάντοτε, ἀλλὰ ἰδιαίτερα σήμερα, ἐποχὴ ἀποκορυφώσεως τῶν τόσων κακῶν ἀλοιώσεών μας, μέσα ἀπὸ τὴ βαθειὰ θλίψη ἤ ἀπόγνωσή μας, μποροῦμε νὰ προσδοκοῦμε μὲ βεβαιότητα τὴ σταθερὴ παράκληση καὶ τὴν ἀκαταίσχυντη ἐλπίδα μας. Καὶ μέσα σ᾽ ἕνα κλῖμα ἀνθρώπινης εὐαισθησίας καὶ βέβαια θείας εὐσπλαχνίας, μποροῦμε νὰ ἀπευθύνουμε σὲ Κάποιον «δέησιν τὴν πενιχράν», τοὺς λιγοστοὺς λόγους ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπομείνει, καὶ νὰ περιμένουμε τὸ θαῦμα.
..........
Ἡ πίστη μας, ποὺ εἶναι «ὁ δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου ἐνανθρωπήσας Κύριος», ἀπαιτεῖ νὰ πέρνουμε στὰ σοβαρὰ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, , τὸ πλῆθος τῶν προβλημάτων του, τὴ σύγχυση τῶν καταστάσεών του, τὸ μέγεθος τῶν ἀναγκῶν του, τὸ ἀπύθμενο τῶν ὀδυνῶν του, μάρτυρες τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι καθημερινὸς σταυρός, συσταύρωση μὲ τοὺς ὁποιουσδήποτε ἀδελφούς μας, δάκρυα πολλὰ γιὰ τὸ παράλογο τῆς αὐτοκαταστροφῆς τους. Μόνο ἔτσι συμμετέχουμε στὴν ἐλπίδα τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς χαρᾶς, ποὺ προορίζεται γιὰ ὅλα τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ, στὴν προσδοκία τῆς ὁριστικῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν δημιουργημένων ὄντων.
Μόνο ἔτσι κατανοοῦμε τὴ σημασία τῶν Ἱερῶν Παρακλήσεων τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἤ μιμούμαστε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, γιὰ τὴν ὁποία, ἡ ρομφαία ποὺ διῆλθε τὴν καρδιά της δὲν ἦταν μόνο πόνος γιὰ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, γιατὶ εἶναι ἡ ἀληθινὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Διηγήσατο ὁ Ἀββᾶς Ἰωσήφ· ὅτι εἶπεν ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ὅτι ἐκαθήμην πρὸς τὸν Ἀββᾶν Ποιμένα· καὶ εἶδον αὐτὸν ἐν ἐκστάσει γενόμενον· καὶ ἐπειδὴ εἶχον πρὸς αὐτὸν πολλὴν παρρησίαν, ἔβαλον αὐτῷ μετάνοιαν καὶ παρεκάλεσα αὐτὸν λέγων· εἰπέ μοι, ποῦ ἦς; ὁ δὲ ἀναγκασθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμὸς λογισμός, ὅπου ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος ἔστηκε καὶ ἔκλαιεν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος· καὶ ἐγὼ ἤθελον πάντοτε οὕτω κλαίειν» (Γεροντικόν).
Μόνο ὁ Σταυρὸς τοῦ Σωτῆρος καταργεῖ τὸ σταυρὸ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ μόνο κλαίοντες ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ σηκώνουμε μὲ εὐθύνη τὸ σταυρὸ τοῦ κόσμου, τῶν πόνων καὶ τῶν ἐλπίδων του. Ὄντες υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πάσης παρακλήσεως καὶ τῆς Παναγίας Μητρὸς τῆς Παρακλήσεως, καλούμαστε νὰ γίνουμε, λόγῳ καὶ ἔργῳ, μάρτυρες αὐτῆς τῆς παρακλήσεως: τῆς κατανοήσεως καὶ τῆς διακονίας τῶν μεγάλων ἀναζητήσεων ἤ πραγματικῶν ἀναγκῶν τῆς παρούσας ζωῆς, ἤ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς στὸν παρόντα τόπο καὶ χρόνο. Ἐπιθυμοῦμε νὰ εἶναι αὐτὸ τὸ πνεῦμα κάθε Ἁγίου Δεκαπενταυγούστου, αὐτοῦ τοῦ ἄλλου Πάσχα ἤ ἰδιαίτερου καιροῦ στὴν Ἑλλάδα. Ἀλήθεια, πόσο μποροῦμε νὰ μιλοῦμε ἀκόμη γιὰ Ἅγιο Δεκαπενταύγουστο στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα; Ἄς εἶναι καὶ τοῦτο ρομφαία στὴν καρδιὰ τῆς Παναγίας μας.


[*] Π. Μιχαήλ Καρδαμάκη, Στὴν Παναγία τοῦ Δεκαπενταυγούστου, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1995, σελ. 16, 18, 19