Υπάρχει μια εκκωφαντική σιγή στο προεκλογικό σκηνικό της άνοιξης του 2012. Αφορά ένα ζήτημα που βρίσκεται στην καρδιά των κομματικών διεργασιών (όθεν “εκκωφαντική”), κι όμως μένει κατ’ ουσίαν ασυζήτητο (όθεν “σιγή”). Ένα ζήτημα, δηλαδή, που δρα καταλυτικά στη διαμόρφωση των πολιτικών προσανατολισμών, αλλά δεν γίνεται θέμα συζήτησης καθ’ αυτό, με αποτέλεσμα να μη φωτίζονται οι διαστάσεις του και να μη δοκιμάζονται οι αντοχές των θέσεων που έχουν απέναντί του οι πολιτικοί φορείς. Το ζήτημα αυτό είναι η εννόηση του δημοσίου χώρου.
Εκατό ημέρες πριν από τις εκλογές, στις 26 Ιανουαρίου, το Υπουργείο Παιδείας διευκρίνισε ότι η ημέρα των Τριών Ιεραρχών είναι αργία, αλλά με προαιρετικό εορτασμό. Τι σημαίνει αυτή η αντιδιαστολή εορτής και εορτασμού; Το θέμα δεν είναι αν οι εορτασμοί γίνονται με ουσιαστικό ή με ανούσιο τρόπο. Είναι κάτι άλλο, απείρως ουσιαστικότερο: μια ιδιότυπη διείσδυση μεταμοντέρνας λογικής στον δημόσιο χώρο. Η μεταμοντέρνα λογική θρυμματίζει το δημόσιο σε ιδιωτικές προτιμήσεις. Σπάζει τον δημόσιο χώρο, ο οποίος είναι το πολύτιμο πεδίο για την κάρπιση της δημοκρατίας. Ο δημόσιος χώρος προϋποθέτει την παραδοχή ότι υπάρχουν κοινά αγαθά, κοινές αξίες. Ο μετεμοντερνισμός (σε συγχωρδία με τον νεοφιλελευθερισμό) δέχεται μόνο ατομικές τροχιές. Παράδειγμα πεζό: Οι πιστοί του δημοσίου χώρου αναγνωρίζουν τον αέρα ως κοινό αγαθό, και φέρνουν σε αναμέτρηση τις διαφορετικές απόψεις τους για τον χειρισμό του. Οι μεταμοντέρνοι / νεοφιλελεύθεροι, όμως, δέχονται ότι το νερό είναι μόνο μια δυνατότητα, όπως κάθε εμπόρευμα. Η διευκρίνιση του Υπουργείου, λοιπόν, πιθανότατα ευχαρίστησε τους εκσυγχρονιστές τούς κοκκαλωμένους στον παλαιοημερολογητισμό της ιδιωτικοποίησης της θρησκείας. Αυτό που δεν μπορεί να δει αυτή η μικρόκαρδη ευχαρίστηση, είναι ότι η παιδεία κινδυνεύει να γίνει χώρος ατομικών επιλογών στο στυλ της ελεύθερης αγοράς. Μια εορτή για την παιδεία δεν υπαγορεύει τι θα πεις στην εορτή, ζητάει όμως να συμφωνήσεις ότι υπάρχουν πολύτιμες ιστορικές και νοηματικές ραχοκοκκαλιές, οι οποίες δομούν την παιδεία ως δημόσιο αγαθό.
Η εν λόγω διευκρίνιση του Υπουργείου είναι ένα δείγμα μόνο της μεταμοντέρνας / νεοφιλελευθερης αποσάθρωσης του δημόσιου. Και δεν έχει καν κάνει την αρχή. Ακριβώς δυο μήνες πριν, το ζήτημα είχε τεθεί σε ορισμένα σχολειά, από ολότελα διαφορετική οπτική, αλλά με την ίδια δυναμική αποσάθρωσης, όταν μαθητές που ερωτοτροπούν με την ακροδεξιά ζήτησαν να απουσιάσουν δικαιολογημένα από τον εορτασμό του Πολυτεχνείου. Κι επί πλέον, σ’ αυτή τη μεταμοντέρνα / νεοφιλεύθερη συγχορδία βασικό βιολί έχει υπάρξει η γνωστή θέση του Υπουργείου Παιδείας το 2008, περί ατομικής δυνατότητας απαλλαγής από ένα μάθημα γενικής παιδείας, δηλαδή από το μάθημα των Θρησκευτικών.
Τα υβρίδια του μεταμοντερνισμού / νεοφιλελευθερισμού που αποδομούν τον δημόσιο χώρο αποτελούν τη Σκύλλα, με Χάρυβδη τις θεοκρατικές απόψεις που βλέπουν τον δημόσιο χώρο όχι ως το φόρουμ συνάντησης και αναμέτρησης, αλλά ως το κενό που θα γεμίσει ολοκληρωτικά από τη δική τους και μόνο παρουσία, των άλλων στελλομένων στον αγύριστο. Η θεοκρατία είναι βλασφημία κατά της ανθρώπινης ελευθερίας, και υπάρχει εξ ίσου σε θρησκευτικές και σε άθεες εκδοχές. Αλλά είναι σημείο των καιρών ότι στο πολιτικό μας σκηνικό κάθε θεοκράτης διακηρύττει την προσήλωσή του στη δημοκρατία. Εδώ και πολλά χρόνια, για παράδειγμα, τα συμφέροντα του άγριου καπιταλισμού και η αστοργία για την έννοια του δημόσιου χώρου άφησαν το μεταναστευτικό ζήτημα να βαλτώσει σ’ αυτό που αρκετοί προειδοποιούσαν: σε συνθήκες γκέτο, σε συνθήκες δηλαδή ανήλιαγες, σε συνθήκες θρυψαλλιάσματος του δημοσίου χώρου, όχι στο επίπεδοι της ατομικότητας αυτή τη φορά, αλλά των στεγανών πολιτισμικών κοινοτήτων. Με τεράστια την ευθύνη της αριστεράς, που άφησε την πολύτιμη συνηγορία της υπέρ της ανθρωπιάς να ακούγεται αφερέγγυα επειδή αρνιόταν να ασχοληθεί με το συγκεριμένο και το καθημερινό, έχουμε φτάσει σε σημείο να είναι δημοφιλής ο μισαλλόδοξος λόγος και να υπάρχουν επ’ αυτού απίστευτες συγκλίσεις (είτε ρητές είτε ανομολόγητες) διαφόρων πολιτικών παρουσιών, κατ’ όνομα διαφορετικών προσανατολισμών.
Μια συζήτηση για τη συμπλοκή δημοσίου χώρου, πολιτισμού και δημοκρατίας, μοιάζει ακόμη (σε στιγμές που η προεκλογική περίοδος εκπνέει μέσα στη δεσποτεία του οικονομισμού) όνειρο νεφελοβατών. Θα μπορέσουν, άραγε, αυτά τα νέφη να γίνουν, κάποτε, βίος καθημερινός, ως μπόρα λυτρωτική που θα αρδεύσει πολλά και θα βάλει πολλούς να κολυμπήσουν;
(ΠΗΓΗ: http://stavrodromi.wordpress.com/2012/05/05/προεκλογική-συζήτηση-που-λείπει/)