Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ



+Ἐπισκόπου Διονυσίου Λ. Ψαριανοῦ

Μ φορμ τ θεραπεία στ εροσόλυμα το κ γενετς τυφλο, νοιξε μία διαμάχη μεταξ τν θικ κα πνευματικ φθαρμένων νθρώπων κα τς λήθειας· ησος Χριστς βρέθηκε πάλι ντιμέτωπος μ τος χθρούς του. Πνευματικ κα θικ φθαρμένοι εναι ο χαλασμένοι μέσα τους νθρωποι, κενοι πο γι διάφορες ατίες, δν σκέφτονται κα δν ασθάνονται σωστά. διαμάχη ατή, πο θ μπορούσαμε λλιώτικα ν τν νομάσουμε περιπέτεια τς λήθειας, δν εναι πρώτη οτε τελευταία· εναι δια πάντα κα τότε κα τώρα, μεταξ κείνων, πο «ν νόματι» τς λήθειας πολεμον τν λήθεια κα το ησο Χριστο, πο διος εναι λήθεια. Στ διαμάχη ατ κα τν αώνιο πόλεμο τς λήθειας μπορομε ν περιγράψουμε τος κατέρωθεν μαχητές, πως τος βλέπουμε στ σημεριν εαγγελικ περικοπή.

Πρτος στ πεδίο τς μάχης, νδρεος κα νυποχώρητος, εναι «ποτέ» τυφλός. Δν εδε μόνο τ φυσικ φς, λλ λαμψε μέσα του κα τ φς τς λήθειας. Μάχεται ποφασιστικ κα στάση του εναι μαρτυρία γι τν λήθεια. «νθρωποςλεγόμενος ησος πηλν ποίησε κα πέχρισέ μου τος φθαλμος κα επε μου παγε ες τν κολυμβήθραν το Σιλωμ κα νίψαι. πελθν δ κα νιψάμενος νέβλεψα». Τίποτε περισσότερο κα τίποτε λιγότερο δν λέγει π’ ,τι γινε, π’ ,τι ατς διος εδε κα ζησε. Εναι σν κα ν ντιμετωπίζει τος χθρούς τς λήθειας κα ν πολεμ ρθιος. μαρτυρία του εναι σαφής, προσωπικ κα ναμφισβήτητη· «νιψάμην κα βλέπω… Προφήτης στίν… ν οδα τι, τυφλς ν, ρτι βλέπω…». Στν διο τόνο κα μ τν δια ασθηση τς λήθειας θ μιλον κα θ γράφουν στερα ο πόστολοι. Πέτρος κα ωάννης πτόητοι κα μ παρρησία λεγαν πρς τος ρχιερες· «Ο δυνάμεθα μες εδομεν κα κούσαμεν μ λαλεν». Δν μπορομε μες κενα πο εδαμε κα κούσαμε ν μν τ κηρύττουμε. Ατ εναι μαρτυρία ησο Χριστο, μαρτυρία κα περάσπιση τς λήθειας, γι τν ποία δηγονται στ μαρτύριο μέχρι θανάτου ο γιοι. Ατ εναι τιμιότητα κα ελικρίνεια τν νθρώπων το Θεο, πο βλέπουν κα μολογον τν λήθεια, ς γεγονς στ πράγματα κα ς μπειρία μέσα τους. Ατ εναι πίστη, τ κήρυγμα κα λατρεία τς κκλησίας, μαρτυρία δηλαδ γι τ πρόσωπα κα τ γεγονότα τς θείας Οκονομίας. κκλησία δν κηρύττει κα δν ορτάζει δεολογία, λλ πρόσωπα κα γεγονότα.

Δεύτεροι στ πεδίο τς μάχης γι τν λήθεια εναι ο δειλο· κενοι πο βλέπουν τν λήθεια, μ δν τολμνε ν δώσουν γι’ ατν μαρτυρία. Ατο τώρα εναι ο γονες το τυφλο, πο δν παίρνουν πάνω τους τν εθύνη τς λήθειας. Δν τν ρνονται, μ κα δν τν μολογον, «Οδαμεν τι οτος στιν υἱὸς μν κα τι τυφλς γεννήθη. Πς δ νν βλέπει οκ οδαμεν… Ατς λικίαν χει, ατν ρωτήσατε». πάντηση ατ τν γονέων το τυφλο εναι σωστ κα λογική. λλ’ μως τ ερ κείμενο ξηγε τ βαθύτερο λόγο, γι τν ποο ο γονες πάντησαν τσι. «Τατα επον ο γονες ατο, τι φοβοντο τος ουδαίους· δη γρ συνετέθειντο ο ουδαοι, να ἐὰν τς μολογήσ Χριστόν, ποσυνάγωγος γένηται». Τέτοιους περασπιστς τς λήθειας βρίσκομε παντο κα πάντα· «οδαμεν» κα «οκ οδαμεν». Ατ εναι δάπανη κα νώδυνη μαρτυρία ησο Χριστο· τίποτε δν στοιχίζει ν ξέρεις κα ν μν ξέρεις, ν λς κα ν μ λές, ν πολεμς κα ν μν κινδυνεύεις. Τ πι ηδιαστικ γι τν πίστη κα γι τ μαρτυρία τς λήθειας εναι ν εσαι οτε ζεστς οτε ψυχρός, λλ χλιαρός, καθς κριβς εναι γραμμένο στν ποκάλυψη γι τν γγελο τς Λαοδικείας. «Οδα σου τ ργα, τι οτε ψυχρς ε οτε ζεστός· φελον ψυχρς ς ζεστός. Οτως τι χλιαρς ε κα οτε ζεστς οτε ψυχρός, μέλλω σε μέσαι κ το στόματός μου».

Τρίτοι στ πεδίο τς μάχης εναι ο χθροί τς λήθειας, ο π διάφορες ατίες κα σκοπος χαλασμένοι νθρωποι, πο δν μπορον κα δν θέλουνε ν δον τν λήθεια. Εναι ο ντίχριστοι λων τν αώνων, πο στν καιρ μας χουν πληθυνθε. Ατο εναι σκημένοι κα ξέρουν καλ τν τακτική το πολέμου πο κάνουν· πολεμον τν λήθεια, «ν νόματι τς ληθείας». Εναι τάχα ο φύλακες τς λήθειας, πο τν περασπίζουν μ χηρ κα μεγάλα λόγια. Εναι πολ γνωστ ατ μεγαλόστομη δθεν περάσπιση τς λήθειας. Στν οσία κα πραγματικ εναι συγκάλυψη κα ρνηση τς λήθειας. Ατο ο νθρωποι τν μεγάλων συνήθως ξιωμάτων, καθς γράφει πόστολος, εναι ο «μόρφωσιν χοντες εσεβείας, τν δ δύναμιν ατς ρνημένοι». Δείχνουν πς περασπίζουν τν λήθεια, μ τν λήθεια δν τν ξέρουν, μ δν θέλουν οτε κι λας ν τν μάθει. Δν περασπίζουν τν λήθεια, μ παλεύουν ν κρατήσουν τ ποιαδήποτε ξιώματά τους κα τ θέση τους στ συνείδηση το λαο. Εναι στ’ λήθεια οκτρο κα τραγικο νθρωποι. ς μν πηγαίνει νος μας πουθεν λλο ξω π τν κκλησία. Γι μς μιλομε, γι τος χριστιανος εναι λόγος, γι τν κλρο κα γι τ λαό. σοι εμαστε χριστιανο ς προσέξουμε τί στάση παίρνομε πέναντι στ Χριστό, πο εναι λήθεια. ς προσέξουμε κριβς σ τοτο, τι λήθεια δν εναι φιλοσοφικ ννοια κα δεολογία, νθρώπινη νακάλυψη κα γνώση, λλ λήθεια εναι προσωπικ πραγματικότητα κα ποκάλυψη Θεο. λήθεια εναι ησος Χριστός, καθς διος μαρτυρε γι τν αυτ του· «γ εμί… λήθεια».


Τίποτε δν εναι πι μισητό, λλ κα πι πικίνδυνο, παρ τ ψέμα «ν νόματι» τς λήθειας. Ν βάζεις μπροστ τν λήθεια, γι ν καλύψει τ ψέμα. Ν δείχνεις γιος, γι ν σκεπάσεις τν σέβειά σου· ν φωνάζεις τ νομα το Θεο, γι ν καλύψεις τν παρουσία το διαβόλου. Κα εναι πι τόσο συνηθισμένο ατ στν καιρό μας, πο μς χρειάζεται πολλ προσοχ κα σκηση, γι ν μπορέσουμε ν συνεννοηθομε ο νθρωποι μεταξύ μας. γινε τέχνη κα πιστήμη, πάνω στν ποία στηρίζεται μεγάλη κακία το αώνα, προπαγάνδα, πολιτικ κα διπλωματία. Ποι εναι τέλος πάντων λήθεια; ,τι γίνεται στν κόσμο κι ,τι λέγεται, λα «ν νόματι τς ληθείας», γι τν λευθερία κα γι τν ερήνη τν λαν. Μ εναι βέβαιο πς σο περισσότερο φωνάζομε κάποια ερ νόματα, τόσο λιγότερο στ πράγματα. ησος Χριστς στν καθέναν, πο μάχεται κα φωνάζει δθεν γι τν λήθεια, κάνει μία ρώτηση, μοια κάπως μ’ κείνη πο κανε στν «ποτ» τυφλ· «Σ πιστεύεις ες τν λήθειαν;». ποια πάντησή μας δν θ στηρίξει οτε κα θ κλονίσει τν λήθεια. Θ δείξει μως ν μες πιστεύουμε στν λήθεια κα τν προσκυνομε· ν εμαστε πραγματικ λεύθεροι. Γιατί λεύθερος εναι ποιος πιστεύει στν ησο Χριστό, καθς διος τ επε· «γνώσεσθε τν λήθειαν κα λήθεια λευθερώσει μς». μήν.