π. Χρήστου Ζαχαράκη
Πολλές
φορές ἀδικοῦμε κάποιους ὅταν τοὺς προσάπτουμε κάποιο χαρακτηρισμό, ποὺ δὲν ἀντιστοιχεῖ
οὔτε στὸ βαθμό οὔτε στὴ μορφή ποὺ τὸ ἐννοοῦμε. Ἡ ἀπιστία ἤ ἡ ὁλιγοπιστία τοῦ
Θωμᾶ ἦταν πολὺ λιγότερη ἀπὸ τὴ δική μας καὶ ἴδια μὲ τῶν ὑπόλοιπων μαθητῶν, ποὺ
σχεδὸν ἐξαφανίστηκαν στὰ δύσκολα. Ὁ Ἰωάννης, ὁδηγούμενος ἀπὸ τὴ μεγάλη ἀγάπη του
γιὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ χρησιμοποιώντας καὶ τὶς γνωριμίες του, παρακολουθοῦσε ἀπὸ
κοντά τὰ γεγονότα μέχρι καὶ τὸ σταυρό, ὅταν «Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρί αὐτοῦ· Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου, εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου». Ὁ
Πέτρος ποὺ πρωτοστατοῦσε στὸ ζῆλο καὶ στὴν προθυμία, χρειάστηκε τὸ λάλημα τοῦ
κόκκορα καὶ τὸ βλέμμα τοῦ Ἰησοῦ γιὰ νὰ συνέλθει καὶ νὰ ξεσπάσει στὸ κλάμα. Μόνο
δυὸ κρυφοί «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» μαθητές, ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας καὶ ὁ
Νικόδημος, ὅταν «πέπαυται
τόλμα Μαθητῶν», ζήτησαν τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Πιλάτο γιὰ νὰ ἐνταφιάσουν τὸ σῶμα τοῦ
Ἰησοῦ. Ἔπρεπε δηλαδὴ κάτι, καὶ στὴν προκειμένη περίπτωση ὁ θάνατος, νὰ τοὺς
συνταράξει κι αὐτοὺς, γιὰ ν᾽ ἀποφασίσουν πὼς ὁ θάνατος καὶ ἡ ζωὴ εἶναι πάνω ἀπὸ
κάθε κοινωνικὴ θέση καὶ κοινωνικὸ φραγμό, πάνω ἀπὸ κάθε βόλεμα.
Ὅταν ὁ φόβος
καὶ οἱ «λογικοὶ» ὑπολογισμοὶ βασάνιζαν τὸ μυαλὸ τῶν μαθητῶν, οἱ Μυροφόρες γυναῖκες
ἔδειχναν πὼς τὶς μεγάλες ὑπερβάσεις τὶς κάνει πάντα ἡ καρδιά! Ἡ καρδιὰ, ποὺ ὁδηγημένη
ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ἀψηφᾶ κάθε «λογικὸ» κοινωνικό φραγμό καὶ ὅριο, ποὺ ἀψηφᾶ τὸν ἴδιο
τὸ θάνατο. Καὶ τὸ θάνατο μονάχα ἡ ἀγάπη μπορεῖ νὰ τὸν ἀψηφήσει… Μόνο οἱ γυναῖκες
θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, γιατὶ εἶναι αὐτὲς ποὺ
ὑπηρετοῦν τὴ ζωή, εἶναι αὐτὲς ποὺ ἀκολουθοῦν, πότε μὲ τὸν πόνο καὶ πότε μὲ τὴ
χαρὰ, ὁλόκληρο τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς, σ᾽ὁλόκληρη
τὴν πορεία του, ἀπὸ τὰ σπλάχνα τους μέχρι τὰ σπλάχνα τῆς γῆς, κι ἀπὸ τὰ σπλάχνα
τῆς γῆς μέχρι τὴν Ἀνάσταση! Γι᾽ αὐτὲς ἡ Ἀνάσταση
δὲν εἶναι ὑπόθεση, ἀλλὰ προσδοκία!