Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Β´Νηστειῶν


              π. Χρήστου Ζαχαράκη

Οἱ Εὐαγγελικὲς περικοπὲς τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, καὶ γενικότερα τοῦ Τριωδίου, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔχουν μιὰ πνευματικὴ συνοχή· εἶναι τὸ χέρι τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ βῆμα-βῆμα μᾶς ὁδηγεῖ στὸ δρόμο τῆς ἀλήθειας, ἕνα δρόμο ποὺ περισσότερο ἀπ᾽ ὅλα τὸν δυσκολεύει ἡ παραλυσία μας. Τὸ «ἔρχου καὶ ἴδε» εἶναι ἡ κλήση, εἶναι ἡ προσωπική συνάντηση μὲ τὸ Χριστό, ποὺ ἄν γίνει, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ δοξάζεις τὸ Θεό καὶ νὰ ἀναφωνεῖς ὅτι «οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν». Ἡ ὀρθὴ καὶ σωστὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ πληρώνεται μέσα στὴ σύναξη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ σημαίνει πὼς ἡ σωτηρία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀτομικό γεγονός. Ἡ σωτηρία ἐπιτυγχάνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ τὸν δικό μας πνευματικό ἀγώνα καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ θεραπεύει τὰ ἀσθενῆ. Κι εἶναι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πάλι ποὺ, ἀναπληρώνοντας τὰ ἐλλείποντα, ὅταν ὁ ὄχλος ἀπὸ τὴ μιὰ καὶ ἡ δική μας παραλυσία ἀπὸ τὴν ἄλλη μᾶς ἐμποδίζουν νὰ πλησιάσουμε τὸ Χριστὸ, θὰ  στείλει ἐκείνους ποὺ θὰ ἀποστεγάσουν καὶ τὸ σπίτι ἀκόμα γιὰ νὰ συναντήσουμε τὸ Χριστό.
Ὁ ὄχλος πάντα μᾶς ἀποπροσανατολίζει καὶ μᾶς ἐμποδίζει νὰ πλησιάσουμε τὴν ἀλήθεια, γιατὶ, ἄν καὶ πλῆθος, ὁ καθένας μένει μόνος του, δὲν ἔχει καταφέρει νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, νὰ συναντήσει τὸν ἄλλο, εἶναι ὀπαδοί. Ὅμως καὶ ἡ δική μας πνευματικὴ παραλυσία, στὴν ὁποία μᾶς ὁδηγοῦν τὰ πάθη, μᾶς κρατᾶ καθηλωμένους γιὰ χρόνια, ἀφήνοντάς μας στὸν πόνο τῆς ἁμαρτίας. Πάθη εἶναι ὅλα ἐκεῖνα ποὺ κλείνουν τὴ ζωὴ στὸν ἑαυτό μας, ποὺ δὲν τὴν ἀφήνουν ἐλεύθερη· ἀγάπη ποὺ φυλακίζεται εἶναι θάνατος.
Πάρα πολὺ χαρακτηριστικό στὴ διήγηση τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ εἶναι τὸ ὅτι ἐνῶ στὶς ἄλλες διηγήσεις θαυμάτων ὁ Χριστὸς ζητᾶ τὴν πίστη τῶν ἀσθενῶν, στὴ συγκεκριμένη διήγηση «ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἐδῶ δὲν παρακίνησε τὸν Ἰησοῦ στὸ θαῦμα μονάχα ἡ πίστη τοῦ παραλυτικοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ πίστη ἐκείνων ποὺ τὸν ἔφεραν κοντά του. Μᾶς ἐπιβεβαιώνει ἔτσι ἐκεῖνο ποὺ σὲ ἄλλη περίσταση εἶχε πεῖ, ὅτι «οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν». Ὅμως ἐδῶ μιλᾶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἔχουμε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, -τὴν ἀγάπη τοῦ Πατρός, τὴ χάρη τοῦ Κυρίου καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος-,  τὴν παρουσία τοῦ  λαοῦ   στὸ πρόσωπο τοῦ παραλυτικοῦ καὶ τοῦ ὄχλου, καὶ τῶν λειτουργῶν της στὸ πρόσωπο τῶν τεσσάρων, ποὺ μετέφεραν καὶ ὁδήγησαν τὸν παραλυτικὸ στὸ Χριστό. Οἱ λειτουργοί, ὡς διάκονοι τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, θὰ πρέπει νὰ ἔχουν τέτοια πίστη ὥστε, σηκώνοντας τὰ βάρη τῶν ἀνθρώπων καὶ  παρακάμπτοντας τὸν ὄχλο, νὰ ἀποστεγάζουν ὅ,τι κρύβει τὴν Ἀλήθεια.

Πάντα ὁ Χριστὸς συνδέει τὴ θεραπεία μὲ τὴν συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν, γιατὶ ἡ θεραπεία εἶναι ταυτόχρονα καὶ σωτηρία. Γι αὐτὸ τὸ «ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ παγε εἰς τὸν οἶκόν σου», εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸ «στις θέλει πίσω μου λθεν, παρνησάσθω αυτόν καί ράτω τόν σταυρόν ατο καί κολουθήτω μοι». Τὸ κρεβάτι, ὅπου καθηλώνουμε τὸν ἑαυτό μας εἶναι καὶ ὁ σταυρός μας· αὐτὸν τὸν σταυρό ἄς σηκώσουμε… 

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Σαρακοστή

π. Χρήστου Ζαχαράκη


Σὲ μιὰ χρονικὴ περίοδο ποὺ ἡ σκληρότητα καὶ ἡ ἀλαζονεία τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου ἐπιβάλλει τὴ δική τους ἠθικὴ καὶ δικαιοσύνη ἔναντι τῶν ἀνυπότακτων στὰ συμφέροντά τους λαῶν, ἡ Ἐκκλησία μᾶς δείχνει τὸ δρόμο τῆς Σαρακοστῆς. Μᾶς εἰσάγει σ᾿ ἕναν ἀγώνα μαθητείας στὸ δρόμο τῆς ἀγάπης. Τῆς ἀγάπης ὅμως κι ὄχι τοῦ συμφέροντος, τῆς ἀγάπης κι ὄχι τῆς ὑποκρισίας, τῆς ἀγάπης ἐκείνης ποὺ πρῶτος ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδειξε: «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ».  Στερημένοι ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἀγαπητικὴ διάθεση καὶ σχέση μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, μὲ τὶς καρδιὲς μας γεμᾶτες πάθη καὶ ἐνοχὲς, τὸ νοῦ μας παραπλανημένο καὶ παραζαλισμένο ἀπὸ τὶς ματαιότητες παλεύουμε, προχωροῦμε στὰ χαμένα. «Ἄνθρωπος ἀνθρώπῳ συντηρεῖ ὀργήν, καὶ παρὰ Κυρίου ζητεῖ ἴασιν;  ἐπ᾿ ἄνθρωπον ὅμοιον αὐτῷ οὐκ ἔχει ἔλεος, καὶ περὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ δεῖται;  αὐτὸς σὰρξ ὢν διατηρεῖ μῆνιν, τίς ἐξιλάσεται τὰς ἁμαρτίας αὐτοῦ»; (Σοφ. Σειράχ 28, 3-5). Ὁ ἄνθρωπος κρατάει  θυμό στὸ συνάνθρωπό του καὶ ζητάει θεραπεία ἀπὸ τὸν Κύριο· δὲ συγχωρεῖ τὸν ὅμοιό του καὶ προσεύχεται γιὰ τὶς δικές του ἁμαρτίες· ὅταν ὁ ἴδιος, παραμένοντας σάρκα, διατηρεῖ ἔχθρα, ποιὸς θὰ τοῦ συγχωρέσει τὶς δικές του;   Ἡ Σαρακοστὴ λοιπὸν ἐκεῖ στοχεύει!  Νὰ ἐλευθερώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πάθη καὶ ὑποκρισίες καὶ νὰ τὸν παραδώσει ἀνοιχτὸ στὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, ποὺ φέρνει ἡ Ἀνάσταση. Ἐξάλλου τὶ νόημα ἔχουν   ἡ νηστεία, ἡ προσευχή καὶ ἡ ἐλεημοσύνη ποὺ τόσο πολὺ μᾶς προβάλλει; Ἡ νηστεία εἶναι ἡ προπαρασκευὴ τῆς καρδιᾶς μας στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον. Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ αἴτημά μας στὸ Θεὸ ν᾿ ἀποκτήσουμε μὲ τὴ δύναμή του καὶ τὴ βοήθειά του αὐτὴ τὴν ἀγάπη. Καὶ ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ ἀπόρροια αὐτῆς τῆς ἀγάπης. 

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω

          π. Χρήστου Ζαχαράκη


«Ἵν᾽ ἕν γέ τι πάντως αὐτοῖς ἁμαρτάνηται, ἤ τὸ κακὸν ἐνεργούμενον, ἤ τὸ καλὸν ἀπιστούμενον» (Λόγος Β´), λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει ὄχι μόνο ὅταν διαπράττει τὸ κακό, ἀλλὰ καὶ ὅταν παραλείπει νὰ πράξει τὸ καλό. Κι ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει πὼς «ἀδικεῖς τόσους ἀνθρώπους, ὅσους θὰ μποροῦσες νὰ βοηθήσεις». Ὁ Χριστὸς  ὅταν μιλάει γιὰ τὴν κρίση κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία του καὶ συνδέει τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φροντίδα μας γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας μὲ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν ἴδιο,  οὐσιαστικά τονίζει ὅτι ἄν δώσουμε λόγο γιὰ κάτι, αὐτὸ εἶναι ἡ ἔλλειψη ἀγάπης.
Ἄν κάτι λησμονοῦμε, ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, εἶναι ὅτι ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἤ ἡ «πνευματικὴ ζωή», ὅπως ἀρέσκονται πολλοὶ νὰ τὴν ὀνομάζουν, εἶναι  οὐσιαστικὰ  ἄσκηση ἀγάπης. Μία μορφή ἄσκησης τῆς ἀγάπης εἶναι οἱ καθημερινὲς μας διαπροσωπικὲς σχέσεις, ποὺ τόσο κουράζουν τὸ σημερινὸ ἄνθρωπο. Κι αὐτὸ γιατὶ ἀπὸ τὶς σχέσεις αὐτὲς ἀπουσιάζει ὁ Χριστός· «πείνασα γάρ, κα οκ δώκατέ μοι φαγεν, δίψησα, κα οκ ποτίσατέ με, ξένος μην, κα ο συνηγάγετέ με, γυμνός, κα ο περιεβάλετέ με, σθενς κα ν φυλακ, κα οκ πεσκέψασθέ με». Ὅταν ὁμιλοῦμε γιὰ ἀγάπη συνήθως τὸ μυαλό μας πηγαίνει στὸ σύντροφό μας, στὴν οἰκογένειά μας, στοὺς συγγενεῖς καὶ στοὺς φίλους μας. Ὅμως αὐτὸ εἶναι τὸ ἐλάχιστο!  Καὶ ὁ Χριστὸς δὲν ζητάει τὸ ἐλάχιστο, ἀλλὰ τὸ μέγιστο, γιατὶ ἡ ἀγάπη δίνει πάντα τὸ μέγιστο. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν Κύριο «ὁμοία» μ᾽ ἐκείνη τὴν πρὸς τὸν Θεό. Ἁπλώνεται, διαχέεται παντοῦ, ὅπως καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸ μοναδικό της ὅριο εἶναι ἡ θυσία. «Ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε», ἀπ’ αὐτὸ γνωρίσαμε τὴν ἀγάπη, ἀπὸ τὸ ὅτι Ἐκεῖνος πρόσφερε τὴ ζωή του γιὰ χάρη μας, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, γι᾽αὐτὸ  «καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι».

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, στὸν ὑπέροχο ἐκεῖνο ὁρισμό του γιὰ τὴν ἀγάπη στὴν Α´πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του , λέει ὅτι ἡ ἀγάπη «οὖ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς». Εἶναι αὐτὸ ἀπὸ τὸ ὁποῖο πάσχει ἡ δική μας ἡ ἀγάπη, γιατὶ ἡ ἀγάπη μόνο δίνει, δὲν παίρνει. Εἶναι αὐτὸ ποὺ δὲν ἀφήνει τὴν καρδιά μας ν᾽ ἁπλωθεῖ μέχρι τὸν οὐρανό, γιὰ νὰ χωρέσει ν᾽ ἀγκαλιάσει καὶ τὴ γῆ. Εἶναι αὐτὸ ποὺ δὲν ἀφήνει τὴν ἀγάπη μας ν᾽ ἀγγίξει καὶ τὸν ἐλάχιστο ἀδελφό μας, γιατὶ γιὰ τὴν ἀγάπη δὲν ὑπάρχει ἐλάχιστος, γιατὶ ἡ κλήση μας στὸ καθ᾽ ὁμοίωσιν, δηλαδὴ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ,  εἶναι γιὰ ὅλους ἴδια. Γιατὶ μονάχα ἡ ἀγάπη μπορεῖ νὰ θανατώσει τὸ θάνατο καὶ νὰ μᾶς φτάσει στὴν Ἀνάσταση!